Τρίτη 31 Αυγούστου 2010

she (Charles Aznavour)



She may be the face I can't forget
The trace of pleasure or regret
Maybe my treasure or the price I have to pay
She may be the song that summer sings
May be the chill that autumn brings
May be a hundred different things
Within the measure of a day

She may be the beauty or the beast
May be the famine or the feast
May turn each day into a Heaven or a Hell
She may be the mirror of my dreams
A smile reflected in a stream
She may not be what she may seem 
Inside her shell....

She, who always seems so happy in a crowd
Whose eyes can be so private and so proud
No one's allowed to see them when they cry
She maybe the love that cannot hope to last
May come to me from shadows in the past
That I remember 'till the day I die

She maybe the reason I survive
The why and wherefore I'm alive
The one I care for through the rough and ready years

Me, I'll take the laughter and her tears
And make them all my souvenirs
For where she goes I've got to be
The meaning of my life is
She....She
Oh, she....

Σάββατο 7 Αυγούστου 2010

άσπρες πασχαλιές φιλούν έφηβο (Κική Δημουλά)



Αδρανούσε ξαπλωμένος
πάνω στη μόλις ηλικία του

σκεπασμένη
με κάτι ανάρμοστα σκληρό
ανάξιο για την ευαίσθητη ομορφιά του

κι αν ήταν ξύλο απλό
ίσως να το μετέπειθε μιλώντας του η θλίψη
μα ήτανε καπάκι και δε μετανοούσε

λευκό βαμμένο
μα αυτό
αντί να εξημερώσει το άγριο θέλημα του
το εξαγρίωνε χειρότερα

τί κι αν ήτανε ταιριασμένο
με τα ολόασπρα λουλούδια

τίποτα
αυτό το άσπρο επάνω στο λευκό
τα μαύριζε όλα.

Ο πατέρας. Σκυφτός. Απασχολημένος
βάναυσα να πνίγει

μέσα στη γούρνα των δακρύων του
ένα ένα τα αθώα του αναφιλητά

μη και τ'ακούσει το παιδί
και καταλάβει πως δεν κοιμάται.

Αίφνης, ενώ βουβά η συντριβή
στη σειρά με τάξη αποχαιρετούσε
τον αποχωρισμό

μια γροθιά χτυπώντας άγρια το καπάκι
επάνω ακριβώς στα τελευταία χείλη
του ασπασμού

ταρακούνησε το θαύμα ουρλιάζοντας
σήκω

αλλά δεν φάνηκε Λάζαρος κανείς.

γραφικότητες (Κική Δημουλά)



Από πού ως πού
αυτό το πράγμα σα στήλη σκοταδιού
που δέσποζε σε μια βραχώδη ακτή
του βλέμματος μου
το ονόμασα φάρο;

ποιά η ανάγκη

αφού κανένας φόβος μου 
δεν ήταν ταξιδιώτης που κινδύνευε

κι αφού αυτό το μαύρο σχήμα
που φάρο το ονόμασα

με φως κανένα
δε με προειδοποιούσε

στροφή πόσων μοιρών να πάρω ώστε
τη μοίρα της πορείας μου ν'αλλάξω

τί ελιγμούς να ονειρευτώ
για ν'αποφύγω τους υφάλους
ν'αγαπήσω

ποιά λοιπόν η ανάγκη για φάρο;

με τέτοιο φαροφύλακα απόλυτο σκοτάδι;

κι αν αυτό το μαύρο σβηστό πράμα
που φάρο το ανακήρυξα για να ενθαρρύνω
τον πλούν της γραφικότητας
είναι άνθρωπος;

έκλαψε
τί άδοξο ναυάγιο
πασχίζω να δοξάσω

Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2010

Nothing Gold Can Stay (Robert Frost)



Nature's first green is gold,
Her hardest hue to hold.
Her early leaf's a flower;
But only so an hour.
Then leaf subsides to leaf.
So Eden sank to grief,
So dawn goes down to day.
Nothing gold can stay.