Κυριακή 2 Σεπτεμβρίου 2012

ζωή με το κομμάτι (Στέφανος Κορκολής)



Κάποια στιγμή αποφάσισα κι εγώ
Να μπω μες στο παιχνίδι, όπως όλοι
Να ζήσω τη ζωή στον ενικό
Προσόν που απαιτούν οι πρώτοι ρόλοι

Και μου είπαν για να μπω μες στο χορό
Αυτόν που μου είχαν μάθει απ' το σχολείο
Πρέπει να αλλάξω το «εμείς» με το «εγώ»
Κι ο νους μου να είναι πάντα στο ταμείο

Ζωή με το κομμάτι δηλαδή
Να δίνεις όσα παίρνεις μετρημένα
Να μένει αυτή η γεύση η στυφή
Κι απ' την αρχή να είναι όλα τελειωμένα

Μα από μικρός αγάπαγα πολύ
Τους Ινδιάνους κι όλους τους χαμένους
Και δεν μου πήγαινε καθόλου η στολή
Αυτή που βάζουν στους πετυχημένους

Και έτσι βγήκα απ' έξω απ' το χορό
Αφού σ' αυτά τα ρούχα δεν χωρούσα
Μα αισθάνομαι πιο άνετα εδώ
Την άλλη τη ζωή δεν τη μπορούσα



Κυριακή 26 Αυγούστου 2012

εσύ μόνο το ξέρεις... (Μανόλης Αναγνωστάκης)



εσύ μόνο το ξέρεις
πώς χάνεσαι τώρα πώς βουλιάζεις
μέσα στα ωραία χρόνια στ' άσπρα πουκάμισα
στ' άσπρα χαμόγελα στ' άσπρα καινούρια βιβλία

εσύ μόνο το ξέρεις πώς βουλιάζεις
μες στα καινούρια ρούχα στους φρέσκους δρόμους
στα χειροκροτήματα όταν περνάς
στους ευγενείς ψιθύρους που πληθαίνουν μπρός σου.

("πλήθος ενέδρες της ζωής παραμονεύαν την πτώση σου")

ενέδρες από χειροκροτήματα σαν κούφιες ριπές.

Παρασκευή 24 Αυγούστου 2012

κάτι πρέπει ν' αλλάζει (Όλγα Βότση)



κάτι  πρέπει πάντα ν' αλλάζει.
ας είναι από σεισμό μυστικό,
ας είναι απ' του φίλου ή του εχθρού σου το χέρι.

από κάπου πρέπει να εισχωρούν 
του αγνώστου οι πτυχές,
για να μεγαλώνουν τα σύνορα σου,
για να έχεις μάτια τη νύχτα να βλέπεις,
για να τολμάς
στης ψυχής σου τη δίνη τη σκοτεινή
βλέμμα σταθερό να καρφώνεις.

λικνίσου στο σάλεμα,
λικνίσου στην αλλαγή.
πίσω από τα σκοτάδια τα φοβερά
πολλές φορές θεοί κατοικούνε,
που περιμέναν να σε λυτρώσουν,
που περιμέναν 
πιό πάνω απ' του εαυτού σου το κατώφλι να σ' οδηγήσουν.

Τρίτη 21 Αυγούστου 2012

Ο ιππότης (Μίνως Ζώτος)



ήταν ιππότης. κάτι έπρεπε να 'ναι
κι ήταν ιππότης. ελαμποκοπούσε
χρυσό σπαθί στο πλάι του κι εφορούσε
λευκό στο καπελίνο του φτερό.

αμίλητος  καβάλα στ' άλογο του
χώρες περνούσε κι άφηνε ζητώντας
τον κίνδυνο, που αντίκριζε  γελώντας,
ο ιππότης μια φορά κι έναν  καιρό.

κάτι ζητούσε μέσα του η ψυχή του,
κι αν άσκοπα τον κόσμο ετριγυρνούσε,
ο πόθος του τον κόσμο ξεπερνούσε
πλατύτερος, να πάει, στον ουρανό...

ωστόσο ευγενικά κι αντρειωμένα
με το ληστή παλεύοντας, που εκράτει
στον πύργο την κυρία την ντελικάτη
ή την αρχοντοπούλα τη μικρή,

αυτός ανυστερόβουλα, με πίστη,
 την ένδοξη παράδοση ετιμούσε
κι εγύμνωνε το ξίφος κι εχτυπούσε
και λευτεριά τους χάριζε ιερή...

μα εκείνες που δεν ήξεραν του εκαίγαν
θυμίαμα θαυμασμού τον έρωτα τους
κι ετάζαν την αχρείαστη ομορφιά τους
στην τόλμη του για δώρο προσφερτή...

δεν το χωρούσε ο νους των, δεν μπορούσαν
να νοιώσουν μια θυσία τόσον ωραία
για της ευγένειας  μόνο την ιδέα
και για της ιπποσύνης την τιμή.

Πέμπτη 16 Αυγούστου 2012

απέραντοι δρόμοι (Παύλος Παυλίδης)


Αφού δεν κάνει πια να σ' αγγίζω
Αφού δεν κάνει πια να λέω πως σ' αγαπώ
Καλύτερα στους δρόμους να γυρίζω
Όπως βαδίζω έτσι τυχαία να σε δω

Στους δρόμους προχωράω και κοιτάζω
Τ' αμάξια που περνάν βιαστικά
Έτσι όπως στέκομαι μπορεί και να μοιάζω
με πινακίδα που δε δείχνει πουθενά

Αφού ό,τι αγγίζω το πληγώνω
Κι όταν πληγώνω εσένα κόβομαι βαθιά
Καλύτερα να αφήσουμε το χρόνο
Να ξεριζώνει κάθε μέρα φιλιά

Ας ανοίξουν οι απέραντοι δρόμοι
Τα αστέρια ας φέγγουν πάλι ψηλά
Τα χέρια μου ας κρατάν το τιμόνι
Αφού δε σε κρατάνε πια