Την άδεια, την ακίνητη ζωή μου
κοιτάω μ' ένα βλέμμα νυσταγμένο:
- είμαι σα μάταιη βάρδια σ' ένα πλοίο
από καιρό πολύ παροπλισμένο.
Σα βρώμικα νερά και λιμασμένα
με ζώνουν οι συνήθειες κ' οι ρουτίνες
- κι ούτε θυμάμαι πια να είχα ακούσει
να με καλούν στο πέλαγο Σειρήνες...
Ανώφελα - το ξέρω! - κι αν σαλεύουν
κάποτε πόθων, μέσα μου, φτερά:
δε μέλλεται ν' αστράψει στη ζωή μου
κανείς μεγάλος πόνος ή χαρά.
Άβουλος, με τους ίδιους τους ανθρώπους
τις ίδιες άδειες μέρες θε να ζήσω,
μ' ένα σαράκι - πάντα - να με τρώει:
νικήθηκα χωρίς να πολεμήσω...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου